Afficher cette page en françaisSee the english version
Η αγνοούμενη του Ολύμπου
Η αγνοούμενη του Ολύμπου
Όταν επέστρεψα από το ταξίδι μου στη Βόρεια Ελλάδα το οποίο είχε αρχίσει στον Όλυμπο, έμαθα από τους φίλους μου ότι μια Γαλλίδα είχε εξαφανιστεί πρόσφατα σ’αυτό το βουνό στην κορυφή του οποίου ήθελε να φτάσει μόνη της και ότι ανησύχησαν για μένα. Αδίκως όμως, καθώς είχε συμβεί δέκα πέντε μέρες μετά την παραμονή μου εκεί κάτω. Έτσι κι αλλιώς αυτό δε θα μπορούσε να μου συμβεί : είμαι ριψοκίνδυνη αλλά πάντα στα όρια που μου καθορίζει το πηγαίο μου ένστικτο αυτοσυντήρησης. Επιπλέον δε θα είχα ποτέ την αλλόκοτη ιδέα να σκαρφαλώσω στην υψηλότερη κορυφή της Ελλάδας : εκτός από την αδυναμία των γονάτων μου, ο Όλυμπος είναι για μένα η κατοικία των θεών και πρέπει να μείνει απαραβίαστος ! Αρκέστηκα στο ν’ακολουθήσω το μονοπάτι του φαραγγιού χωρίς ν’απομακρυνθώ από τα σημάδια. Ήταν Οκτώβρης και ψιλοέβρεχε. Αλίμονο, ξέρω καλά πόσο επικίνδυνο είναι το βουνό με άστατο καιρό : πριν από είκοσι πέντε χρόνια ο αδελφός μου, επαγγελματίας πιλότος, έπεσε στις Άλπεις με το αεροπλάνο του περικυκλωμένο από την ομίχλη, στις δύο Νοεμβρίου.
Στο επομένο ταξίδι, σταμάτησα στα Αμπελάκια, στην είσοδο της κοιλάδας των Τεμπών που συνδέει τη Θεσσαλία με τη Μακεδονία. Ήθελα να επισκεφτώ ένα εξαιρετικό αρχοντικό του 18ου αιώνα που έχτισαν οι «Σβαρτς» (Μαύρος), έμποροι κόκκινων νημάτων που εκγερμάνισαν το όνομα τους γιατί εξήγαγαν κυρίως προς τη Γερμανία · ήταν οι πρώτοι Έλληνες που ίδρυσαν ένα συνεταιρισμό. Αυτό το σπίτι περιέχει σπάνιες τοιχογραφίες της εποχής και ένα ωραιότατο οθωμανικό τζάκι.
Έμενα σ’ένα μικρό ξενοδοχείο όπου ήμουν η μοναδική πελάτισσα. Στο δείπνο οι ιδιοκτήτες, ηλικιωμένοι άνθρωποι, ήταν ευτυχισμένοι που μιλούσαν στη γλώσσα τους αφού αυτή η γενιά σπάνια γνωρίζει άλλη γλώσσα εκτός από τα ελληνικά. Μου διηγήθηκαν τις συνθήκες της εξαφάνισης της «Γαλλιδούλας» ( οι Έλληνες αγαπάνε τα υποκοριστικά ). Είχε μείνει εδώ την προπαραμονή του δυστυχήματος. Ήταν ριψοκίνδυνη σαραντάρα που είχε ταξιδέψει μόνη της μέχρι την Ίνδια. Ένας βοσκός, ο τελευταίος που την είδε ζωντανή, την είχε προειδοποιήσει παρ’όλα αυτά για τους κινδύνους. « Εάν οι πρόγονοί μας θεωρούσαν τον Όλυμπο την κατοικία των θεών, μου είπε ο ξενοδόχος, είναι γιατί το βουνό αυτό, ύψους σχεδόν 3000 μετρών, είναι φοβερό. Ακόμη και το καλοκαίρι ο καιρός μπορεί να χαλάσει πολύ γρήγορα, πόσω μάλλον στο τέλος Οκτωβρίου !». Αλλά οι δυτικοί λαοί διαπράττουν το αμάρτημα της αλαζονείας ( «ύβρις» στα αρχαία ελληνικά ) · η ανάπτυξη της τεχνολογίας τούς δίνει ένα συναίσθημα παντοδυναμίας. Αλλά η φύση ή η εκδίκηση του Διός είναι ανελέητη και πολλοί υφίστανται μια σφοδρή τιμωρία.
Διασώστες, σκύλοι της αστυνομίας και ελικόπτερα χτένιζαν την περιοχή για δέκα πέντε μέρες. Το κινητό της Γαλλίδας δε χρησίμευσε σε τίποτα. Οι γονείς της έμειναν έπειτα στο ξενοδοχείο στα Αμπελάκια για δυο βδομάδες ώστε να ψάξουν κάθε σπιθαμή του βουνού. Μάταια : δε βρήκε κανείς ποτέ το πτώμα της …
Κατά τη διαρκεία αυτού της διήγησης, με πλημμύριζαν οι αναμνήσεις. Θυμόμουν τη μητέρα μου που, 76 ετών, ήθελε οπωσδήποτε να δει το χώρο του δυστυχήματος. Την τράβηξα, την έσπρωξα για παραπάνω από μια ώρα στην κοίτη ένος ξερορέματος, μοναδικό δρόμο για ν’ανεβούμε μέχρι τα συντρίμμια του αεροπλάνου. Αυτή τουλάχιστον μπόρεσε να δει πού είχε πεθάνει ο γιός της και τι είχε πραγματικά γίνει.
Όχι, οι Έλληνες δεν παίζουν μόνο μπουζούκι !
Όχι, οι Έλληνες δεν παίζουν μόνο μπουζούκι !
Ανάμεσα στα πολλά κλισέ από τα οποία υποφέρει η Ελλάδα και για τα οποία μου έδωσα την αποστολή να πολεμήσω είναι η μουσική. Τη δεύτερη φορά που πέρασα από τη Θεσσαλονίκη, αποφάσισα να μιλήσω γι’αυτή από εκεί.
Δεύτερη πόλη της χώρας, συμπρωτεύουσα με την Αθήνα, εγγράφεται στα πλαίσια αυτής της ιστοσελίδας, « Η αγνοημένη Ελλάδα », γιατί οι τουρίστες την επισκέφτονται απείρως λιγότερο από την αντίπαλή της. Όπως και η Μακεδονία και η Θράκη εξάλλου, σαν να δε μπορούσαν να συνδεθούν « Ελλάδα » και « Βορράς » στο μυαλό των ξένων.
Κι’ομώς η Θεσσαλονίκη έχει μεγάλο πλούτο αρχιτεκτονικής διάφορων εποχών. Η κατασκευή της σε αμφιθέατρο στεφανομένο από τα τείχη, η λεωφόρος δίπλα στη θάλασσα, τα μουσεία με τους θησαύρους τους και η κίνηση των δρόμων την κάνουν τον απόλυτο προορισμό.
Αυτή τη φορά παρακολούθησα μερικές πρόβες και συναυλίες κλασσικής μουσικής που μου απέδειξαν ότι οι Έλληνες « οργανόπαιχτες » δεν πάνε πίσω από τους δίκους μας.
Μπόρεσα λοιπόν ν’ακούσω την Κρατική Ορχήστρα αυτής της πόλης και τα παιδιά του Ωδείου. Εκείνα έδωσαν μια σαφή εικόνα της δύναμής της μουσικής. Έπαιξαν, στην πρωήν Οθωμανική Τράπεζα, ένα κοντσέρτο του Βιβάλντι, ένος Βενετού, με δυο Τούρκους σολίστες : δυο λάοι που αποίκισαν την Ελλάδα κατά αιώνες.
Στην αρχαία Ελλάδα η μουσική ήταν μια από τις βάσεις της παιδείας για να πραγματοποιηθεί το ιδανικό του « καλού κ’αγαθού » ανθρώπου.
Σήμερα αποδειχνύεται ότι μπορεί επίσης να ενώνει λαούς που πολέμησαν κάποτε.
Η νοσοκόμα του Πολυγύρου
Η νοσοκόμα του Πολυγύρου
Έκανα στάση για ένα βράδυ στον Πολύγυρο, «πρωτεύουσα» της Χαλκιδικής, με πρόθεση να επισκεφτώ την Κασσάνδρα, την επόμενη και τελευταία μου μέρα.
Ένα δευτερόλεπτο απροσεξίας, βάζοντας το σακίδιο μου, και να το κλειδί… κλειδωμένο στο πορτ-μπαγκάζ ! Πάνω από πέντε ώρες για να μου φέρει το λεωφορίο το αντίγραφο, σε μια μέτρια κωμόπολη της οποίας και τα δυο μουσεία ήταν κλειστά.
Ένα δευτερόλεπτο απροσεξίας, βάζοντας το σακίδιο μου, και να το κλειδί… κλειδωμένο στο πορτ-μπαγκάζ ! Πάνω από πέντε ώρες για να μου φέρει το λεωφορίο το αντίγραφο, σε μια μέτρια κωμόπολη της οποίας και τα δυο μουσεία ήταν κλειστά. Αφού μιλούσα με λύπη για το κλείσιμο των μουσείων, μου αποκάλυψε πως το ένα ήταν κλειστό λόγω εργών και το άλλο άνοιγε μόνο σε γκρουπ. Ήταν η σείρα της να παραπονεθεί για το θέατρο, κλειστό χρόνια λόγω της αμέλειας των υπευθυνών, και όπου ο θεατρικός της θίασος ερασιτέχνων δε μπορούσε να εμφανιστεί. Λάτρευε επίσης την ποίηση, όπως πόλλοι Έλληνες και λίγοι Γάλλοι, και μου έδειχνε ένα αντίτυπο των ποιημάτων του Καβάφη όπου εκείνος παρέθετε στην εισαγωγή αποσπάσματα του Αντρέ Ζιντ στα γαλλικά.
Νοσοκόμα σ’αυτή τη μικρή πόλη εδώ και σχεδόν είκοσι χρόνια, θεωρούνταν ακόμη ξένη, γιατί κατάγοταν από τη Θεσσαλονίκη και ούτε καν από χωριό ! Και επιπλέον οι γόνεις της είχαν φτάσει από τη Μικρασία όταν η συνθήκη της Λωζάνης έδιωξε τους Έλληνες από την Τουρκία όπου ζούσαν εδώ και τρεις χιλιάδες χρόνια. Γι’αυτό το λόγο μάλλον έδειχνε πολύ κατανόηση απέναντι στους Σύρους πρόσφυγες που αποβιβάζονταν στην Ελλάδα κατά χιλιάδες εδώ και ένα χρόνο, θεωρόντας ότι μια κοινωνία κλεισμένη στον εαυτό της γίνεται άκαμπτη και πεθαίνει.
Η Ελλάδα αποδειχνεί ολοφάνερα πως ένας πολιτισμός και μια γλώσσα πολύ πλουσιά μπορούν να αντισταθούν σε όλες τις μεταπτώσεις της ιστορίας. Ένω γενικά οι κατακτημένοι λαοί υιοθέτουν τη γλώσσα του κατακτητή, ο Φιλίππος Β’, τον οποίο ο Δημοσθένης θεωρούσε Βάρβαρο, έδωσε στον υιό του ένα Έλληνα οικοδιδάσκαλο, τον Αριστότελη, πριν να καταλάβει αυτή τη χώρα. Και όταν οι Ρωμαίοι την κατείχαν, είναι εκείνοι που έστειλαν τους υιούς τους να σπουδάσουν στην Αθήνα.
Η ελληνική γλώσσα διατήρησε, εδώ και τρεις χιλιάδες χρόνια, τη συνοχή αυτού του λαού που είδε διαδοχικά να κατακλύζουν Πέρσες, Κέλτες, Ρωμαίοι, Έρουλοι, Γότθοι, Βησιγότθοι, Βάνδαλοι, Άβαροι, Σλάβοι, Άραβες, Νορμανδοί, Φράγκοι, Καταλανοί, Γενουάτες, Ενετοί, Τούρκοι, Βούλγαροι, Ιταλοί και Γερμανοί.
Η μπάσταρδη σκυλίτσα του Όρμου Παναγιάς
Η μπάσταρδη σκυλίτσα του Όρμου Παναγιάς
Στην επίσκεψή μου στη Χαλκιδική, σταμάτησα στο λιμανάκι Όρμος Παναγιάς από όπου ξεκινάνε τα καράβια για την εκδρομή κατά μήκος του Αγίου Όρους. Αλλά αυτό το «Αυτοδιοίκητο τμήμα του Ελληνικού Κράτους», όπως ονομάζεται από το Σύνταγμα, απαγορεύει από τον 11° αιώνα την πρόσβασή του στις γυναίκες, κατώτερα πλάσματα,
καθώς και σε κάθε θηλυκό ζώο εκτός από τις κότες, γιατί το κροκάδι του αυγού είναι απαραίτητο για τη ζωγραφική των εικόνων. Επομένως πρέπει οι τουρίστες να αρκεστούν στο να περάσουν δίπλα από τις ακτές σε 500 μέτρα απόσταση τουλάχιστον, σε περίπτωση που κάποια γόησσα θα ήθελε να κολυμπήσει μέχρι την παραλία !
Το προηγούμενο βράδυ, διανυκτέρευσα σ’ένα ξενοδοχείο στην πλατεία. Έκανα μια βόλτα στο ηλιοβασίλεμα και συνάντησα μια μπάσταρδη σκυλίτσα, ένα από τα αδέσποτα που αφθονούν στην Ελλάδα και που είναι παρ’όλα αυτά λιγότερο δυστυχή από τα άλλα, δεμένα μέρα-νύχτα με αλυσίδα. Επειδή είμαι παθιασμένη με τα ζώα, τυχαίνει συχνά το πικνίκ μου να καταλήγει στο στομάχι ένος τετραπόδου, σκύλου, γάτας καθώς και γαïδουριού, κατσικιού ή πόνυ. Όταν νοικιάζω ένα αυτοκίνητο για μερικές μέρες, αγοράζω ένα σακί κροκέτες. Έδωσα στην πεινασμένη σκυλίτσα που με συνόδεψε μεχρί την προκυμαία όπου ξάπλωσε, χορτάτη, στα πόδια μου, ενώ αγνάντευα το απαγορευμένο Όρος. Τη χάιδεψα για λίγο μιλώντας της για τα ζώα μου που με περίμεναν ανυπόμονα στο σπίτι.
Το επόμενο πρωί, την τάισα πάλι και ύστερα, επιστρέφοντας από την εκδρομή, της έδωσα το υπόλοιπο του σακιού πριν φύγω για τον επόμενο σταθμό. Λίγο πριν τη διασταύρωση του μεγάλου δρόμου, έριξα μια ματιά στο καθρεφτάκι του αυτοκινήτου : η σκυλίτσα μ’ακολουθούσε ολοταχώς εκατό μέτρα πίσω. Έπρεπε οπωσδήποτε να απομακρυνθώ πολύ γρήγορα πριν τη διασταύρωση όπου υπήρχε κίνδυνος να σκοτωθεί.
Με βαριά καρδιά, πάτησα γκάζι δυνατά. Εξαφανίστηκε στο βάθος.
Ο ξενοδόχος του Πόρτο Λάγος
Ο ξενοδόχος του Πόρτο Λάγος
Αφού μπήκα στη Δυτική Θράκη σταμάτησα στην Ξάνθη. Αυτή η πόλη, αν και πολύ πρωτότυπη, είναι σχεδόν τελείως αγνοημένη από τους τουρίστες. Ο πληθυσμός της περιοχής περιλαμβάνει περίπου 120 000 μουσουλμάνους. Συνεπώς εκεί βρίσκονται τζαμιά καθώς και ωραία αρχοντκά που χτίστηκαν το 19° αιώνα από πλούσιους εμπόρους καπνού, που ήταν η κύρια πηγή πλούτου της περιοχής.
Έπειτα έκανα στάση στο Πόρτο Λάγος, ένα λιμανάκι ανάμεσα στη θάλασσα και τις λίμνες, σ’ένα περιβάλλον που θυμίζει την «Camargue» ( το δέλτα του Ροδανού ). Πήρα ένα δωμάτιο στο μοναδικό ξενοδοχείο του χωριού και πήγα να τραβήξω φωτογραφίες του ηλιοβασιλέματος στη μικρή διπλανή παραλία. Επειδή σκεπαζόταν από ξεραμένα φύκια, απόρησα που το φυλλάδιο του ξενοδοχείου έδειχνε μια πεντακάθαρη αμμουδιά.
Στο δείπνο συνομίλησα για πολλή ώρα με τον ιδιοκτήτη. Μου είπε ότι η παραλία ήταν καθαρή πριν από δεκαπέντε χρόνια, όταν χτίστηκε αυτό το ξενοδοχείο, όνειρο της ζωής του. Δυστυχώς η παραλία είχε πλημμυρίσει από τα φύκια για γεωλογικούς λόγους. Επείδη ο δήμος δεν είχε τα μέσα να την καθαρίσει, σιγά σιγά οι παραθεριστές σταμάτησαν τις επισκέψεις τους. Από κει και πέρα είχε μόνο περαστικούς ταξιδιώτες. Για μένα που συνηθίζω να κοιμάμαι σε απλά ξενοδοχεία, αυτό ήταν πολυτελές, με ωραίο κήπο, ευρύχωρα δωμάτια και κρεβάτια δυο μέτρα ! Ο ξενοδόχος ήταν μορφωμένος άντρας · μου μίλησε για την ιστορία και τα προβλήματα της περιοχής που είχε κιόλας 30% ανέργους πριν την κρίση. Οι δυο πήγες πλούτου της, ο καπνός και το βαμβάκι, υφίσταντο το διεθνή ανταγωνισμό : οι Βρυξέλλες ήθελαν να τ’ απαγορεύσουν οριστικά.
Φεύγοντας το επόμενο πρωί, έριξα μια τελευταία ματιά στο κάτασπρο ξενοδοχείο. Σ’εκείνο το θέαμα προστέθηκε αυτό των εγκαταλελειμμένων κτιριών όπως είχα δει κάποτε, τσιμεντένια στοιχειά που καταπνίγουν τα ζιζάνια, απομεινάρια ένος καταραμένου ονείρου.
Τα άλογα της Μικρής Δοξιπάρας
Τα άλογα της Μικρής Δοξιπάρας
Μετά το Πόρτο Λάγος επισκέφτηκα το υπόλοιπο της Δυτικής Θράκης, στριμωγμένης ανάμεσα στη Βουλγαρία και την Τουρκία. Άλλωστε το ραδιόφωνο του αυτοκινήτου μου μετέδιδε εναλλάξ τα κανάλια των τριών χώρων, σαν απόηχο των λίγο πολύ μακρινών συρράξεων που τις έφεραν αντιμέτωπες.
Έφτασα κοντά στο μικρό χωριό Μικρή Δοξιπάρα, σ’έναν αρχαιολογικό χώρο της εποχής του Ρωμαίου αυτοκράτορα Τραïανού. Ήταν μια πολύ σπάνια ανακάλυψη, στην Ελλάδα τουλάχιστον : τάφοι που έκρυβαν τα απομεινάρια έξι αρμάτων με τα άλογα ζεμένα, ένα από αυτά έχοντας ακόμη τη στομίδα στο στόμα ! Σύμφωνα με το έθιμο, θυσιάστηκαν όταν πέθανε το αφεντικό τους, ένας τοπικός αρχηγός, και κείτονταν στην αιωνιότητα κοντά στον τάφο του. Όταν ο γέρος φύλακας έβγαλε τους μουσαμάδες που τα προστάτευαν, ανακαλύπτοντας έτσι τους άθικτους σκελέτους ξαπλωμένους πλάγια, ξέσπασα σε λυγμούς : στο σπίτι μου, το γέρικο άλογό μου χαροπάλευε, εξαιτίας μιας λοίμωξης που άντεχε σε όλα τα αντιβιοτικά, και ήξερα ότι θα πέθαινε σύντομα. Ο γέρος άντρας δε χαμογέλασε καθόλου με αυτό το «θηλυκό αισθηματισμό» ― στην περιοχή μου, λέει κανείς « άλογο γυναίκας» όταν δεν μεταχειρίζεσαι το άλογο με το καμτσίκι ! ― αντίθετα άκουσε προσεκτικά την ιστορία μου και με παρηγόρησε.
Επιστρέφοντας στη Γαλλία, έπρεπε να κάνω ένεση για ευθανασία, με βαριά καρδιά, στο σύντροφό μου επί τριάντα χρόνια. Στις πολιτισμένες χώρες μας, δε θυσιάζουμε πια ανθρώπους, ούτε ζώα, εκτός από τις περιπτώσεις του πολέμου και του σφαγείου ! Αλλά ούτε καν έχεις το δικαίωμα να θάψεις το άλογο σου κοντά στο στάβλο του. Οι αρχαιολόγοι του μέλλοντος δε θα βρουν ποτέ τα οστά του κοντά στα δικά μου.